Παραδοσιακά, ο όρος «Σύνδρομο πρόσκρουσης» χρησιμοποιείται για να περιγράψει τη συμπίεση των μαλακών ιστών στον υποακρωμιακό χώρο (δηλαδή ένα χώρο που βρίσκεται κάτω από το ακρώμιο, στον ώμο).
Αυτός ο όρος κυκλοφορεί εδώ και περίπου 50 χρόνια, ο οποίος έγινε δημοφιλής για πρώτη φορά τη δεκαετία του ’70 από τον Δρ. Neer: ήταν πεπεισμένος ότι οι περισσότερες ρήξεις του στροφικού πετάλου που έβλεπε στην κλινική πρακτική προκλήθηκαν από πρόσκρουση.
Στη συνέχεια, πρότεινε μια χειρουργική επέμβαση για να «διορθώσει» μια τέτοια πρόσκρουση αφαιρώντας κάποιες ανατομικές δομές που βρέθηκαν στον ώμο για να «δημιουργηθεί περισσότερος χώρος» και να μειωθεί η συμπίεση των ιστών μέσα στον υποακρωμιακό χώρο.
Σήμερα, όμως, διαθέτουμε αποδεικτικά στοιχεία υψηλής ποιότητας που δείχνουν ότι:
👉 Αυτή η επέμβαση ΔΕΝ είναι καλύτερη από την άσκηση.
👉 Συνιστώντας επίσης να εγκαταλειφθεί ο όρος «πρόσκρουση ώμου».
Γνωρίζουμε επίσης ότι:
✅ Η συμπίεση στον υπακρωμιακό χώρο είναι συχνή.
✅ Συμβαίνει με τις καθημερινές εργασίες.
✅ Μπορεί να εμφανιστεί σε άτομα με συμπτώματα όπως και σε άτομα χωρίς.
✅ ο μειωμένος υποακρωμιακός χώρος ΔΕΝ συσχετίζεται με συμπτώματα/πόνο ή αναπηρία.
Οι ώμοι μπορεί να πονέσουν για διάφορους λόγους (ο πόνος είναι πολύπλοκος!) και τις περισσότερες φορές δεν είναι καν δυνατό να εντοπιστεί μια συγκεκριμένη δομή για να εξηγηθούν τα συμπτώματα.
Και η αλήθεια είναι ότι όσο ένας ασθενής βιώνει μη τραυματικό πόνο στον ώμο που δεν σχετίζεται με συγκεκριμένες καταστάσεις όπως, ας πούμε, ο παγωμένος ώμος, τότε η θεραπεία δεν θα αλλάξει πολύ με βάση την ετικέτα που της βάζουμε, αλλά μάλλον με το άτομο που έχουμε μπροστά μας.
Ένα ολοκληρωμένο φυσικοθεραπευτικό πρωτόκολλο αποκατάστασης του συνδρόμου πρόσκρουσης θα πρέπει εκτός από αυτά τα θεραπευτικά μέσα να περιλαμβάνει κινητοποιήσεις (Manual Therapy), τόσο της ωμικής ζώνης, όσο και της θωρακικής μοίρας της Σπονδυλικής Στήλης, χρήση και άλλων θεραπευτικών μέσων, όπως του Tecar, και κυρίως θεραπευτική άσκηση με σκοπό την επανεκπαίδευση και αποκατάσταση του νευρομυϊκού συντονισμού και του γληνοβραχιόνιου ρυθμού.